Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

Ήρθε η άνοιξη!Ε,και; (αφιερωμένο στους 240000)


Ήρθε η άνοιξη! Ε, και;
Σκυθρωπά πρόσωπα, αγέλαστα, σκαμμένα από ρυτίδες κατήφειας περπατούν στο δρόμο. Μπαίνουν αμίλητοι στα λεωφορεία και η ματιά τους μονίμως χαμένη. Σφιχτά, με δύναμη κολλούν τις τσάντες πάνω τους και κοιτούν καχύποπτα τους  γύρω. Το μόνο που σου έλειπε ήταν να σου κλέψουν τα λεφτά της ΔΕΗ που έχεις πάνω σου. Τι το ’θελες να πάρεις  τρόλεϊ. Κι αυτός ο αλλοδαπός που σε κοιτάει καλά καλά; Κατεβαίνεις βιαστικά, τσεκάρεις τους διπλανούς να προλάβεις να φύγεις να μην κινδυνέψεις.  Μέχρι να φτάσεις στο ταμείο να πληρώσεις να μη σου κόψουν το ρεύμα. Ανάθεμα τους, τι εκβιασμός κι αυτός! Τόσα λεφτά… Όλος ο μισθός πήγε εκεί.
Τίποτα δεν έμεινε. Ούτε που ξέρεις πως θα τα βγάλεις πέρα τον υπόλοιπο μήνα.                     
Πότε έγινε η ζωή μας έτσι; Είχες τον τρόπο σου, τις εξόδους σου, τα ταξίδια σου, πώς καταντήσαμε  όλοι τόσο φτωχοί;  Δε θυμάμαι ποτέ να είμαστε τόσο λυπημένοι, τόσο μόνοι, τόσο απελπισμένοι. Μόνοι; Ναι, εγκαταλελειμμένοι από το κράτος, από το Θεό. Ένας λαός ήσυχος ασθενής που αργοπεθαίνει και ούτε καν διαμαρτύρεται… ο ιδανικός ασθενής…
Η ημέρα είναι ηλιόλουστη κι εσύ μες στη μαυρίλα πάλι. Επιτέλους μπήκε η άνοιξη αλλά το μυαλό σου είναι βουτηγμένο στη μιζέρια και δεν μπορείς να τη νιώσεις. Ήρθε η άνοιξη! Ε, και; Το μόνο καλό είναι ότι δε θα υποφέρουν οι άστεγοι… Εκείνη η όμορφη κοπέλα ήταν δεν ήταν 30 κοιμόταν τις προάλλες στο παγκάκι στη στάση του λεωφορείου. Ήρθες με μάτια βουρκωμένα «πόσος πόνος» μου είπες και έβρεχε… «Θα κρυώνει» σου απάντησα. Έτρεξα βιαστικά στις ντουλάπες, ευτυχώς βρήκα δυό κουβέρτες που δεν τις είχαμε ανάγκη. «Θα πας να την βρεις;» Σηκώθηκες χωρίς δεύτερη κουβέντα. Μάζεψα ό,τι είχαμε από φαγητά και μέσα στο βράδυ και τη βροχή με τα πράγματα στο χέρι, κουρασμένος όπως ήρθες από τη δουλειά, μπήκες στο αυτοκίνητο και έτρεξες να τη βρεις... Γύρισες απογοητευμένος. Τις κουβέρτες τις κράταγες στο χέρι, η κοπέλα δεν ήταν εκεί αλλά τα φαγητά τα είχες μοιράσει. Είχες πέσει πάνω σε κάποιους που έψαχναν τα σκουπίδια και τα δέχτηκαν σαν το μεγαλύτερο δώρο!
Πάει χρόνος που ότι φαγητό περισσεύει δεν το κρατάω για να ταΐσω τα ζώα αλλά το μαζεύω για να το δώσω σε αυτούς που ψάχνουν τα σκουπίδια. Το αφήνω σε ένα ασφαλές μέρος και μέσα σε λίγη ώρα έχει εξαφανιστεί.  Δεν ξέρω πως αλλά με μια μυστική συμφωνία κάποιοι πάνε και τα παίρνουν. Δεν τους έχω δει ποτέ. Ξέρω ότι με περιμένουν… Ντρέπομαι να τους συναντήσω γιατί δεν έχω κάθε μέρα.
Ήθελα να κάνω περισσότερα αλλά δεν τα καταφέρνω και φαίνομαι στα μάτια μου λίγη.
Θα ήθελα κάθε οικογένεια να βάζει ένα πιάτο παραπάνω φαγητό και να τα μαζεύαμε όλα κάθε μεσημέρι  να τα μοιράζαμε.
Θα ήθελα τα άδεια σπίτια, τα άδεια μαγαζιά να γίνουν χώροι φιλοξενίας αστέγων.
Πρότεινα στους ιδιοκτήτες στη πολυκατοικία να μείνει ένας άστεγος στο υπόγειο και κόντεψαν να με λυντσάρουν. Όλοι είμαστε καλοί μακριά από τα συμφέροντα μας. Αρκεί να μην βλάπτει εμάς. Φαίνεται ότι μαζί με την πείνα, την κατήφεια, τη θλίψη ήρθε και ο φόβος…
          Α κοίτα είναι πια άνοιξη. Ε, και; Τίποτα δεν μου κάνει αίσθηση .. Αυτό που με νοιάζει είναι πόσο πόνο ακόμα μας επιφυλάσσει το αύριο…  Μοναδική παράκληση στο Θεό να μην υποφέρουν οι άνθρωποι εκεί έξω.
Αυτό που μόνο ονειρεύομαι είναι, η ημέρα που η χώρα μου θα βγει από την εντατική και θα αρχίσει να ζει από την αρχή!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου